Από το έντονο στρές και τη συνεχή ματαίωση στην Κατάθλιψη

2017-03-19

Σε ακόμα ένα άρθρο θα παρατηρήσετε ότι χρησιμοποιείται ο όρος στρες, αντί για τον όρο άγχος και μάλιστα ως αιτία εμφάνισης μιας ακόμα συχνής στην εποχή μας διαταραχής, της καταθλιπτικής. Ο διαχωρισμός ανάμεσα στο άγχος και το στρες είναι απαραίτητος τόσο για τυπικούς λόγους, αφού επιστημονικά είναι δυο τελείως διαφορετικές έννοιες, όσο και για ουσιαστικούς, με τους θεραπευόμενους συχνά να ψάχνουν αγχωτικές καταστάσεις που τους προκαλούν δυσφορία, παραβλέποντας μ' αυτόν τον τρόπο τους πραγματικούς στρεσογόνους παράγοντες.

Πιο συγκεκριμένα, το άγχος, ο φόβος, η απελπισία, είναι συναισθήματα τα οποία ακολουθούν, κάθε φορά που το άτομο έρχεται αντιμέτωπο με καταστάσεις και γεγονότα που τις θεωρεί πιεστικές - στρεσογόνες, αφού αξιολογεί ότι οι δυνάμεις του δεν επαρκούν. Στις περιπτώσεις λοιπόν, που το άτομο έρχεται αντιμέτωπο με αυτές τις καταστάσεις με έναν τρόπο επαναλαμβανόμενο, τότε θεωρεί ότι η αναποτελεσματικότητα του είναι πλέον προδιαγεγραμμένη, αποτέλεσμα της αίσθησης απώλειας ελέγχου και της συνεχόμενης ματαίωσης, η οποία με τη σειρά της οδηγεί στην καλλιέργεια πεποιθήσεων περί αναξιότητας και αβοηθητότητας, «πιστεύω» τα οποία ενισχύουν αρνητικά το άτομο, το οποίο οδηγείται στη διακοπή των περαιτέρω προσπαθειών, αγνοώντας πλήρως τις συνθήκες εμπλοκής του στην εν λόγω συνθήκη, τους αρχικούς του στόχους και κατά πόσο αυτοί ήταν ρεαλιστικοί, φτάνοντας σταδιακά ακόμα και στο σημείο να υπεργενικεύει αυθαίρετα την άποψή του περί αναποτελεσματικότητας και σε άλλους τομείς της καθημερινότητας του, στους οποίους μέχρι πρότινος ενδεχομένως να επιτύγχανε θετικά αποτελέσματα. Παρόλα αυτά, η συνεχόμενη ματαίωση και οι νέοι φαύλοι κύκλοι που δημιουργούνται με την απόσυρση και την αποφυγή καταστάσεων, ενισχύουν ακόμη περισσότερο την πεποίθηση του περί ανικανότητας και αναξιότητας, φτάνοντας το στην έντονη θλίψη και τη μόνιμη ανηδονία, κυρίαρχα συμπτώματα της γνώριμης σε πολλούς συνανθρώπους μας, καταθλιπτικής διαταραχής.

Για να κατανοήσουμε καλύτερα τα όσα περιγράφονται παραπάνω, είναι σκόπιμο νομίζω να αναφερθούμε σ' ένα πείραμα που πραγματοποιήθηκε από τον Ψυχολόγο Μάρτιν Ε. Σέλιγκμαν, στην προσπάθεια του να αποδείξει ότι η κατάθλιψη είναι αποτέλεσμα ενός παρατεταμένου αισθήματος ματαίωσης και ανικανότητας αντιμετώπισης καταστάσεων. Στο εν λόγω λοιπόν πείραμα, χρησιμοποίησε σκυλιά, τα οποία χώρισε σε δύο ομάδες τα "άτυχα" και τα "τυχερά". Ως "άτυχα" ορίστηκαν τα σκυλιά τα οποία ήταν δεμένα στο ένα από τα δυο δωμάτια, ενώ ως "τυχερά" τα σκυλιά τα οποία ήταν ελεύθερα και μπορούσαν να μετακινηθούν και στο δεύτερο δωμάτιο, όπως θα διαπιστώσουμε και παρακάτω. Στο πρώτο λοιπόν δωμάτιο υπήρχε ένα ηλεκτροφόρο πάτωμα και τροφή, ενώ στο δεύτερο δωμάτιο, το οποίο ενωνόταν με το πρώτο, δεν υπήρχε τίποτα (ούτε ηλεκτροφόρο πάτωμα, ούτε τροφή) και γι΄ αυτό το λόγο ορίστηκε ως "ουδέτερο".


Κατά την εκτέλεση του πειράματος, όλα τα σκυλιά "τυχερά" και "άτυχα" βρίσκονταν στο πρώτο δωμάτιο με την τροφή και το ηλεκτροφόρο πάτωμα, ενώ δέκα δευτερόλεπτα προτού διοχετευτεί ρεύμα στο πάτωμα και τα σκυλιά υποστούν το ηλεκτροσόκ, τα φώτα έσβηναν. Τα "τυχερά" σκυλιά, τα οποία ήταν και ελεύθερα όπως προαναφέραμε, με την επανάληψη του πειράματος παρατηρήθηκε ότι με το που έσβηναν τα φώτα περνούσαν στο δεύτερο δωμάτιο, έχοντας συνδέσει το σβήσιμο των λαμπτήρων με τη δυνατότητά τους να μετακινηθούν από το δωμάτιο με το ηλεκτροφόρο πάτωμα και την τροφή, στο "ουδέτερο" δωμάτιο, σε αντίθεση με τα "άτυχα" σκυλιά, τα οποία παρέμεναν εκεί, αφού ήταν δεμένα και κατ´ επέκταση δεν μπορούσαν να αποφύγουν το ηλεκτροσόκ, με τον Αμερικάνο ψυχολόγο να παρατηρεί ότι, από ένα χρονικό σημείο κι έπειτα κι ενώ είχε επαναλάβει πολλές φορές το συγκεκριμένο πείραμα, τα «άτυχα» σκυλιά όχι μόνο είχαν σταματήσει την όποια προσπάθεια κατέβαλαν προκειμένου να μεταφερθούν κι αυτά στο ουδέτερο δωμάτιο, μαζί με τα «τυχερά», αλλά είχαν γίνει πλέον παθητικά και σε άλλους τομείς.

Το εν λόγω πείραμα αμφισβητήθηκε από πολλούς σχετικά με τα συμπέρασμα που διεξήγαγε ο Σέλιγκμαν και κατά πόσο αυτά θα μπορούσαν να γενικευτούν στους ανθρώπους, γεγονός που οδήγησε στη διεξαγωγή ενός ακόμα αντίστοιχου πειράματος, από τους Γκλας και Σίνγκερ το 1972, χωρίς όμως να γίνει αυτή τη φορά χρήση ηλεκτροσόκ, για λόγους δεοντολογικούς, το οποίο και αντικαταστάθηκε από έναν ενοχλητικό θόρυβο στις σωληνώσεις του εξαερισμού κατά την εκτέλεση μιας εργασίας.

Πιο αναλυτικά, ζητήθηκε από μια ομάδα ατόμων να εκτελέσουν μια πολύπλοκη εργασία, στην οποία απαιτούνταν η συγκέντρωση τους, προκειμένου να εκτελεστεί σωστά. Κατά τη διάρκεια εκτέλεσης λοιπόν, άρχιζε να ακούγεται από τον εξαερισμό ένας δυνατός επαναλαμβανόμενος θόρυβος, ο οποίος είχε σαν αποτέλεσμα να διακόπτει τη συγκέντρωση τους, με αποτέλεσμα να παρατούν την προσπάθεια τους. Στη συνέχεια, οι Γκλας και Σίνγκερ αποφάσισαν να αλλάξουν τους όρους του πειράματος και εξήγησαν στα άτομα που εκτελούσαν εκείνη τη στιγμή την εργασία που τους είχε ανατεθεί ότι μπορούν να σταματήσουν το θόρυβο, έστω και για μικρό χρονικό διάστημα, αν σηκώνονταν από τη θέση τους και χτυπούσαν τον εξαερισμό με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Παράτησαν λοιπόν, ότι από τη στιγμή που μπορούσαν να ελέγξουν το θόρυβο με δική τους πρωτοβουλία, παρά το γεγονός ότι κάθε τόσο τους διέκοπτε από την εργασία που εκτελούσαν, η δεξιότητα και η εμμονή τους στην εν λόγω εργασία, που τους είχε ανατεθεί, βελτιώθηκε και μάλιστα χωρίς να μπαίνουν στη διαδικασία να σηκώνονται από τη θέση τους, με σκοπό να χτυπήσουν τις σωληνώσεις, για να σταματήσει ο θόρυβος.

Αν αναλύσουμε λοιπόν τα παραπάνω πειράματα, θα διαπιστώσουμε τα εξής:

Το ηλεκτροσόκ στα «άτυχα» σκυλιά ή ο ενοχλητικός θόρυβος στις σωληνώσεις του εξαερισμού, αποτελούν τους στρεσογόνους παράγοντες, ενώ η επαναληψιμότητα των πειραματικών διαδικασιών, συνδέεται με τη συχνότητα με την οποία το άτομο έρχεται αντιμέτωπο με αυτούς, βιώνοντας ξανά και ξανά την ίδια ματαίωση, αφού ούτε τα σκυλιά μπορούσαν να «ξεφύγουν» από τα δεσμά τους, με αποτέλεσμα να υπομένουν το ηλεκτροσόκ, παρά τις αρχικές τους προσπάθειες να μεταβούν στο ουδέτερο δωμάτιο, ούτε οι «ανενημέρωτοι» υπάλληλοι μπορούσαν να αποφύγουν τον ενοχλητικό θόρυβο, ο οποίος τους αποσπούσε την προσοχή, κατά την εκτέλεση της εργασίας τους.

Τα δεσμά λοιπόν των «άτυχων» σκυλιών και η έλλειψη ενημέρωσης των υπαλλήλων, σε συνδυασμό με την αδυναμία επίτευξης των αρχικών τους στόχων, να συντελεί στην υιοθέτηση της άποψης περί απώλειας του ελέγχου και κατ' επέκταση στην καλλιέργεια πεποιθήσεων περί ανικανότητας, (για τα σκυλιά ο αρχικός τους στόχος ήταν η μετάβαση τους, από το αρχικό δωμάτιο στο ουδέτερο, με σκοπό να μην υποστούν το ηλεκτροσόκ, ενώ για τους «ανενημέρωτους» υπαλλήλους, η ολοκλήρωση της εργασίας που τους είχε ανατεθεί, χωρίς διακοπές), με τα υποκείμενα και των δύο πειραματικών διαδικασιών, «άτυχα» σκυλιά και υπάλληλοι, να υιοθετούν τέτοιες πεποιθήσεις, αγνοώντας πλήρως τις περιβαλλοντικές συνθήκες, οι οποίες και στις δυο περιπτώσεις επηρεάζουν τη λειτουργικότητα των υποκειμένων, με τους στόχους από την άλλη, να είναι μη ρεαλιστικοί, αφού ούτε τα σκυλιά που ήταν δεμένα μπορούσαν εκ των πραγμάτων να αποφύγουν το ηλεκτροσόκ, ούτε οι «ανενημέρωτοι» υπάλληλοι μπορούσαν να συγκεντρωθούν στην εργασία τους, αφού ο παραγόμενος θόρυβος αποτελούσε το διασπαστικό ερέθισμα, με τα αποτελέσματα των εν λόγω καταστάσεων να νοηματοδοντούνται ως δική τους αδυναμία και να οδηγούνται από τη συνεχή ματαίωση στην παθητικότητα και στο τέλος στη έντονη θλίψη, με την απώλεια ελέγχου της αρχικής κατάστασης, πλέον να γενικεύεται και σε άλλους τομείς, οδηγώντας στη γνωστή καταθλιπτική διαταραχή.

© 2016 Κέντρο Ψυχοθεραπείας ενηλίκων, εφήβων & παιδιών, Ευβοίας & Μακεδονίας 1, 121 34, Περιστέρι
Υλοποιήθηκε από τη Webnode Cookies
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε